Γιε μου, Σπλάχνο μου…παιδί μου! Ποιοι κακούργοι σου ρούφηξαν τη ζωή μέσα απ τα μάτια; Την κατάρα μου σ όσους σ έχωσαν στο χώμα.
Πώς να σε νεκροφιλήσω; Με τι σάβανο να τυλίξω το παγωμένο σου σώμα; Με ποια κραυγή να σε μοιρολογήσω; Παιδί μου…μικρό μου αγοράκι…
Με καταδίκασαν σε ισόβια σταύρωση και πώς να ζήσω; Μπήξανε καρφιά στην καρδιά μου και σταζει δηλητήριο. Με ταΐζουν θάνατο και καταπίνω πόνο. Γιε μου…
Παιδί μου, σπλάχνο μου γυρνα στην αγκαλιά της μάνας. Αγοράκι μου γλυκό, μη φεύγεις.
Τα μαύρα τυλίξανε την ψυχή και το κορμί μου. Ακούτε; Μου πήραν το παιδί μου.
Πάρτε τον από μένα. Πάρτε τον μακριά μου. Να μη τον νιώσω παγωμένο, εγώ! Εγώ που τον γέννησα, τον βύζαξα, τον νανούρισα, τον έθρεψα… Κι εσείς; Με ποια χέρια του κόψατε και κάψατε τη γλώσσα;
Σωπάτε. Όλη η πλάση να βουβαθεί. Ν’ ακούσω τα τελευταία του λόγια, τη φωνή του. Ακούτε πώς λέει αυτό το «μάνα σ’ αγαπω»;